Social Icons

Σαν σήμερα περνά στην αιωνιότητα ο Αλέξανδρος Υψηλάντης Ο Αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας.

Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης εγκατέλειψε μια σπουδαία καριέρα και ζωή που θα ζήλευαν πολλοί, διέθεσε την προσωπική και οικογενειακή του περιουσία, για ένα όνειρο! Τη δημιουργία ελεύθερου ελληνικού κράτους. Αφού άναψε τη φωτιά στις παραδουνάβιες χώρες συνελήφθη κλείστηκες στις φυλακές και θυσιάστηκε ... Όμως η θυσία του και όσων τον ακολούθησαν δεν πήγε χαμένη. Στο νότο, από τις φλόγες της φωτιάς ξεπήδησε ολοζώντανο το όνειρο του πρίγκιπα……….
Ο Υψηλάντης γεννήθηκε την 1η Δεκεμβρίου 1782 στην Κωνσταντινούπολη. Η ρίζα των Υψηλαντών βρίσκεται στην Τραπεζούντα του Πόντου. Πρωτότοκος γιός του Κωνσταντίνου Υψηλάντη, ανατράφηκε μέσα σε περιβάλλον που διαπνεόταν από έντονο πατριωτισμό. Κατατάχτηκε στο σώμα των εφίππων σωματοφυλάκων του Τσάρου και διακρίθηκε στους πολέμους κατά του Ναπολέοντα ενώ στη μάχη της Δρέσδης το 1813, όταν πολεμούσε ως συνταγματάρχης σε ηλικία μόλις 21 έτους, έχασε το δεξί του χέρι.
Τον Μάρτιο του 1820 ο Εμμανουήλ Ξάνθος, μετά την άρνηση του Ιωάννη Καποδίστρια, πρόσφερε στον Αλέξανδρο Υψηλάντη, σε ηλικία μόλις 25 ετών, την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας και τον ονομάζει «Επίτροπο». Ο τίτλος του «Επιτρόπου» κατά την βυζαντινή εθιμοτυπία σήμαινε αντιβασιλέας, νόμιμος διάδοχος του θρόνου της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας, και πολιτικός αρχηγός της Επαναστάσεως. Ο Εμμανουήλ Ξάνθος γράφει μάλιστα στα απομνημονεύματά του ότι η συνάντηση με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη ήταν από τις ευτυχέστερες της ζωής του και θα παραμείνει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη του. 
Η στιγμή της συμφωνίας εκείνης είναι η ίσως η μεγαλύτερη ιστορική στιγμή στην νεότερη ιστορία του ελληνικού έθνους που αποφάσιζε πλέον την τύχη του. Ο Υψηλάντης είχε τόση μεγάλη αγάπη για την Ελλάδα και το Ελληνικό Έθνος που συνάμα με τη φιλοδοξία του δεν άργησε να βάλει σε εφαρμογή το σχέδιο απελευθέρωσης της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό. Ο Ε. Ξάνθος είχε φέρει εις πέρας την αποστολή του.
Στις 12 Απριλίου του 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ορίζεται και επίσημα πλέον αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας. Ο Εμ. Ξάνθος τον επισκέπτεται και του αποκαλύπτει όλα τα μυστικά της Φιλικής Εταιρείας και εκείνος με συγκίνηση και ενθουσιασμό δέχεται να υπηρετήσει τη μεγάλη υπόθεση. Στη συνέχεια, την ίδια μέρα κατηχείται και ορκίζεται κατά το τυπικό της εταιρείας, όπου και αναγνωρίζεται Γενικός Επίτροπος της Αρχής. 
Με την ανάληψη της αρχηγίας της Φιλικής Εταιρείας αποβλέποντας στη χρησιμότητα του υφιστάμενου θεσμού των εφορειών της Εταιρείας, όχι μόνο τον διατήρησε αλλά και τον ενίσχυσε με δικές του οδηγίες που απέβλεπαν περισσότερο στην επιλογή και επιτήρηση των μελών, στη βοήθεια των αδυνάτων και στον τρόπο εισδοχής των προσήλυτων.
Ταυτόχρονα έστειλε εγκυκλίους στις εφορείες και έντυπα γραμμάτια για τις εκούσιες συνεισφορές των ομογενών. Τα γραμμάτια εκείνα επείχαν θέση σύγχρονων εθνικών ομολόγων που ήταν υπογεγραμμένα από τον ίδιο τον Υψηλάντη ή από τους αντιπροσώπους του.
Παράλληλα, απαγόρευσε τη χρήση των δημοσίων χρημάτων χωρίς τη διαταγή του, ενώ άνοιξε αλληλογραφία με τα επιφανέστερα (πνευματικά) μέλη, καθώς και με τα πλέον δραστήρια στα οποία ανακοίνωνε την εκλογή του ως Γενικού Επιτρόπου, θυμίζοντάς τους τα καθήκοντά τους και καθοδηγώντας τα για τη δημιουργία νέων εφορειών και συγκέντρωση εισφορών.
Επαινούσε δε τους επιτρόπους εκείνους που επιδείκνυαν ιδιαίτερη δραστηριότητα, όπως εκείνους της "Φιλόγενης Κάσσας" της Μόσχας, ιδρύοντας ένα κεντρικό ταμείο της Φιλικής στην Κωνσταντινούπολη. Και οι δύο αυτοί οργανισμοί προορίζονταν να καλύψουν τις ανάγκες της Εταιρείας για τη χρηματοδότηση του μελλοντικού αγώνα των Ελλήνων.
Περί τα τέλη του 1820, ο αδελφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη, ο Νικόλαος Υψηλάντης συντάσσει και υποβάλει προς έγκριση στρατιωτικό οργανισμό για τον υπό οργάνωση εθελοντικό στρατό. 
Όταν έφτασε πια η ώρα έναρξης της Επαναστάσεως, εναρκτήριο σημείο ορίστηκε η Πελοπόννησος, διότι ο Υψηλάντης πίστευε ότι το σημείο ήταν το ευνοϊκότερο. Ο πρίγκιπας Υψηλάντης πιεζόμενος από τις καταστάσεις και ιδίως από την ανταρσία του Αλή Πασά και τα γεγονότα με τους Σουλιώτες εκδίδει προκήρυξη ανεξαρτησίας, περνάει τον ποταμό Προύθο στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και υψώνει τελικά τη σημαία της Επανάστασης στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και συγκεκριμένα στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας, δύο μέρες αργότερα, στις 24 Φεβρουαρίου εκδίδοντας επαναστατική προκήρυξη με τον τίτλο «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Η επιλογή της Μολδαβίας και της Βλαχίας θα πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στο γεγονός ότι στις περιοχές αυτές απαγορευόταν η παραμονή του Τουρκικού στρατού, ενώ το 1709 οι τοπικοί άρχοντες ήταν Έλληνες Φαναριώτες.
Στη διακήρυξή του ο Υψηλάντης έλεγε μεταξύ άλλων «Η ώρα ήλθεν, ω Άνδρες Έλληνες! Πρό πολλού οι λαοί της Ευρώπης, πολεμούντες υπέρ των ιδίων Δικαιωμάτων και ελευθερίας αυτών, μας επροσκάλουν εις μίμησιν, αυτοί, καίτοι οπωσούν ελεύθεροι, επροσπάθησαν όλαις δυνάμεσι να αυξήσωσι την ελευθερίαν, και δι’ αυτής πάσαν αυτών την Ευδαιμονίαν. Οι αδελφοί μας και φίλοι είναι πανταχού έτοιμοι, οι Σέρβοι, οι Σουλιώται, και όλη η Ηπειρος, οπλοφορούντες μας περιμένωσιν• ας ενωθώμεν λοιπόν με Ενθουσιασμόν! η Πατρίς μάς προσκαλεί!…»
Στις 26 Φεβρουαρίου 1821 στο ναό των Τριών Ιεραρχών τελείται δοξολογία και ο Μητροπολίτης Βενιαμίν ευλογεί σημαία με έμβλημα τον Σταυρό, και κατά το βυζαντινό τυπικό, παραδίδει το ξίφος στον Υψηλάντη. Κατόπιν διενεργείται έρανος για τη συλλογή ενός εκατομμυρίου γροσίων και υπογράφεται σε διώροφο κτίριο στο Κισινάου της Μολδαβίας η Διακήρυξη προς το Έθνος και η πρόσκληση εθελοντών.
Απ’ όλη την Ευρώπη καταφθάνουν στη Μολδαβία και συγκροτείται αμέσως ο Ιερός Λόχος, αποτελούμενος από 500 σπουδαστές. Η ορκωμοσία των ιερολοχιτών έγινε με τις φράσεις:

“Ορκίζομαι να χύσω και αυτήν την υστέραν ρανίδα του αίματός μου υπέρ της θρησκείας και της πατρίδος μου. Να φονεύσω και αυτόν τον ίδιον τον αδελφόν αν τον εύρω προδότην της πατρίδος… Να μην παραιτήσω τα όπλα προτού να ίδω ελευθέραν την πατρίδα μου και εξολοθρευμένους τους εχθρούς της…”. 

Μετά την ορκωμοσία οι νεοσύλλεκτοι τραγουδώντας το παρακάτω άσμα μετέβησαν στο αρχηγείο του Υψηλάντη:
“Φίλοι μου συμπατριώται, Δούλοι νάμεθα ως πότε, Των Αχρείων Μουσουλμάνων, Της Ελλάδος των Τυράννων;”
Στις 4 Μαρτίου οι έλληνες ναυτικοί εξοπλίζουν 15 πλοία και στις 17 Μαρτίου ο Υψηλάντης υψώνει τη σημαία στο Βουκουρέστι, αντιμετωπίζοντας το στρατό τριών πασάδων στο Γαλάτσι, το Δραγατσάνι, τη Σλατίνα, το Σκουλένι και το Σέκο.
Ο Ιερός λόχος του Υψηλάντη καταστράφηκε στη μάχη του Δραγατσανίου στις 7 Ιουνίου 1821 και οι στρατιώτες άρχισαν να λιποτακτούν. Οργισμένος ο Υψηλάντης εξέδωσε προκήρυξη στην οποία χαρακτήριζε τους λιποτάκτες ανάνδρους
Ο ίδιος (με τα δύο αδέλφια του) υποχώρησε προς τα αυστριακά σύνορα και οι αυστριακοί τον συνέλαβαν, τον έκλεισαν στα ανθυγιεινά κελιά του μεσαιωνικού φρουρίου του Μουγκάτς στο οποίο υπέστη τα πάνδεινα, αφού ήταν γνωστή η σκληρή πολιτική απέναντι σε επαναστάτες.
Με την παρέμβαση του Τσάρου αποφυλακίστηκε στις 24 Νοεμβρίου 1827 και πέθανε στις 19 Ιανουαρίου 1828 μόνος και εγκαταλελειμμένος στη Βιέννη σε ηλικία μόλις 36 ετών, χωρίς να προλάβει να δει την ολοκλήρωση του σχεδίου του και να βαδίσει στα ελεύθερα ελληνικά χώματα…
Μοναδική του χαρά λίγο πριν κλείσει δια παντός τα μάτια του, όταν έμαθε ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας ανέλαβε την διακυβέρνηση της ελεύθερης πλέον από τον τουρκικό ζυγό Ελλάδας. Τότε ψέλλισε «Δόξα σοι ο Θεός», ξεκίνησε να απαγγέλει το «Πάτερ ημών» και η ψυχή του άφησε μια για πάντα το ταλαιπωρημένο από τις κακουχίες και τα βασανιστήρια σώμα του.
Η κηδεία του πρίγκιπα Αλέξανδρου Υψηλάντη πραγματοποιήθηκε στη Βιέννη. Στο φέρετρό του ο νεκρός πρίγκιψ έφερε την στολή του ιερολοχίτη και το ξίφος με το οποίο ορκίσθηκε στην εκκλησία των Τριών Ιεραρχών στο Ιάσιο από τον μητροπολίτη Βενιαμίν για να ελευθερώσει την πατρίδα από τον δυνάστη.


ΜΑΡΙΑ ΠΛΑΤΣΑΤΟΥΡΑ
Τ.Ο. Άνω Λιοσίων